Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2014

"Έφυγε" ο Αντώνης Βαρδής! :'-(

Δεν ήταν ο μόνος που έγραψε ωραία λαϊκά τραγούδια. Κανενός άλλου όμως σύγχρονου δημιουργού οι μουσικές και οι στίχοι (όσους έγραψε) δεν ήταν ποτισμένα από αληθινά βιώματα και πηγαία συναισθήματα. Ο Αντώνης Βαρδής, που έφυγε στα 66 του χρόνια μετά την άνιση μάχη με τον καρκίνο, ήταν από τους πιο συναισθηματικούς καλλιτέχνες της γενιάς του, «το καλό παιδί» που ξεκίνησε ως μουσικός και έδωσε στην πρώτη γραμμή των τραγουδιστών ορισμένα από τα ωραιότερα τραγούδια. «Σπάνιο ταλέντο που δεν του χαρίστηκε ποτέ τίποτα. Ολα τα κέρδισε με σκληρή δουλειά, προσωπικό κόπο, ακόμα και τη ζωή του», είπε εύστοχα χθες ο Γ. Νταλάρας, ενώ η κοινότητα των μουσικών πάντα ξεχώριζε το ταλέντο του.

Γεννήθηκε το 1948 στο Μοσχάτο, έκανε πολλές δουλειές για να υποστηρίξει την οικογένειά του, ενώ από τα 15 του έβγαλε ναυτικό φυλλάδιο και πήγε στα καράβια. Οι οικονομικές δυσκολίες τον οδήγησαν σε διάφορες άλλες δουλειές (βενζινάδικο, οικοδομή), αλλά ήταν η κιθάρα που τον κέρδισε και τον οδήγησε σιγά σιγά στο τραγούδι.

Για τις πρώτες του εμπειρίες στη θάλασσα όπου ταξίδεψε αρχικά με τον πατέρα του που ήταν ναυτικός είχε περιγράψει σε συνέντευξή του («Εθνος», 2012) πόσο δύσκολα ένιωθε. «Οταν περάσαμε από την Ελλάδα, ήθελα να πηδήξω έξω», είχε πει χαρακτηριστικά, όμως οι οικογενειακές ανάγκες τον οδήγησαν να μπαρκάρει για δεύτερη φορά, μόνος, σ’ ένα γκαζάδικο 33.000 τόνων και έπειτα, ως θερμαστής, σε ένα μικρότερο. «Δεν μπορούσα ούτε να κοιμηθώ ούτε να ησυχάσω. Και ύστερα από έναν μήνα ακριβώς, πιάσαμε Ιτέα. Παίρνω τη βαλίτσα και μου λέει ο καπετάνιος: “Αντωνάκη, για πού το βάλαμε;”. Του λέω: “Πάω να δώσω κάτι άπλυτα στη μάνα μου που θα έρθει για να μου φέρει και το μπουζουκάκι”. Είχα πάρει ένα μπουζουκάκι για να παίζουμε εδώ. “Α, θα μας παίζεις και μπουζούκι”. Οταν το σκάσεις από το καράβι, χάνεις το ναυτικό βιβλιάριο, δεν μπορείς να ξαναταξιδέψεις, σ’ το κρατάνε. Βγήκα έξω, παίρνω το λεωφορείο και κατευθείαν Αθήνα... Το ’σκασα, δεν ξαναταξίδεψα ποτέ πια», είχε πει στον Ηλία Καραμπογιά.

Το 1965 δημιούργησε με φίλους το συγκρότημα Vickings κι από εκείνα τα χρόνια έμεινε το τραγούδι «Caterin».Τα επόμενα, εργάστηκε ως μουσικός δίπλα σε καταξιωμένους καλλιτέχνες όπως τους Χρήστο Νικολόπουλο, Τάκη Σούκα, Θανάση Πολυκανδριώτη, Δήμο Μούτση, Γιάννη Σπανό, Μάνο Λοΐζο, Γιώργο Νταλάρα, Χαρούλα Αλεξίου, Δήμητρα Γαλάνη, Βίκυ Μοσχολιού, Μανώλη Μητσιά, Αννα Βίσση, Νίκο Ξυλούρη, Δημήτρη Ψαριανό, Χαράλαμπο Γαργανουράκη κ.ά.

Οι μουσικοί στους οποίους ήταν ιδιαίτερα αγαπητός έλεγαν ότι έγραφε «τα ωραιότερα λαϊκά τραγούδια», όμως ποτέ, όταν τον ρωτούσες, δεν ήξερε να πει τον ακριβή αριθμό. Πάνω από 500-600, αλλά δεν ήταν σίγουρος.

Ο Αχιλλέας Θεοφίλου ήταν ο παραγωγός που τον παρότρυνε να συνεχίσει. Οι παλιότεροι λένε ότι παίδευε μουσικά τα κομμάτια του, ενώ ο ίδιος εξηγούσε πως τα τραγούδια του ήταν άμεσα γιατί ήταν λιτά, φτιαγμένα από αληθινά αισθήματα.

Για τη συνεργασία του με τον Στέλιο Καζαντζίδη, που τραγούδησε με τους Κατσιμιχαίους το «Στην Ελλάς του 2000», ήταν υπερήφανος, όπως και για τον Μανώλη Αγγελόπουλο με τον οποίο επίσης συνεργάστηκε. Οσο για τους στιχουργούς, από τις καλύτερες συνεργασίες ήταν εκείνες με τους Κώστα Τριπολίτη, Λευτέρη Παπαδόπουλο, Αντώνη Ανδρικάκη, Μάνο Ελευθερίου, Πάνο Φαλάρα, Σαράντη Αλιβιζάτο κ.ά.

Ενας ντροπαλός αισθηματίας ήταν ο Αντώνης Βαρδής, που έκανε τραγούδι όσα τον τραυμάτισαν, ενώ δεν έκρυβε ότι ήθελε να τον αγαπούν.


Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts with Thumbnails